- Ὀλυμπία
- Ὀλυμπία (-ίας, -ίᾳ: Οὐλυμπίᾳ coni., -ία coni.) in Elis, where was held the quadriennial festival of Olympian Zeus.1
μηδ' Ὀλυμπίας ἀγῶνα φέρτερον αὐδάσομεν O. 1.7
Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ αὐτὸς γέρας ἔδεκτο O. 2.48
μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων (byz.: Ὀλυμπ- codd.) O. 3.15 στεφάνων τῶν Οὐλυμπίᾳ (byz.: Ὀλ- codd.) O. 5.2στεφάνους ἐν Ὀλυμπίᾳ ἐπεὶ δέξαντο O. 6.26
Ὀλυμπίᾳ Πυθοῖ τε νικώντεσσιν O. 7.10
ἔνεποι κεν Καλλιμάχῳ λιπαρὸν κόσμον Ὀλυμπίᾳ O. 8.83
τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος φωνᾶεν Ὀλυμπίᾳ O. 9.2
νῦν δ' Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος O. 12.17
ὕπατ' εὐρὺ ἀνάσσων Ὀλυμπίας Ζεῦ πάτερ O. 13.25
τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ αὐτῶν ἔοικεν ἤδη πάροιθε λελέχθαι O. 13.101
εὔχομαί νιν Ὀλυμπίᾳ τοῦτο δόμεν γέρας ἔπι Βάττου γένει P. 5.124
Οὐλυμπίᾳ τε Θεόγνητον οὐ κατελέγχεις (byz.: Ὀλ- codd.) P. 8.36 Ὀλυμπίᾳ τ' ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις, Πυθοῖ τε (τ del. Pauw: Ὀλυμπίαθ Maas) P. 11.47 Οὐλυμπίᾳ τε καὶ Ἰσθμοῖ Νεμέᾳ τε (Er. Schmid: Ὀλυμπίᾳ codd.) N. 4.75ἐν Πυθῶνι πειρᾶσθαι καὶ Ὀλυμπίᾳ ἀέθλων N. 11.23
pro pers., μᾶτερ ὦ χρυσοστεφάνων ἀέθλων, Οὐλυμπία (byz.: Ὀλυμπ- codd.) O. 8.1
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.